Σ' αυτήν συνωθούνται όλες οι υγρασίες της ζωής του.
Γλυκές εαρινές βροχούλες, αιφνίδιες μπόρες του καλοκαιριού, παγωμένες ψιχάλες του φθινοπώρου, σκληρές χειμωνιάτικες καταιγίδες.
Κάθε βροχή τον περιέχει.
Είναι, θαρρείς, το αθάνατο νερό που διατηρεί υγρά τα συναισθήματά του.
Τότε γιατί σχολαστικά με την ομπρέλα προφυλάσσεται?
Γιατί δεν προχωρεί μες στη βροχή ανυπεράσπιστος, όπως τότε που, μουσκίδι κι οι δυο, τη φίλησε?
Ωρίμασε? Υπομειδιά.
...
.....
.....
...
Τώρα, περπατώντας μόνος στο δρόμο υπό βροχήν, δε φοβάται πια τίποτα και νιώθει αυτό το μαύρο, πάνινο πένθος με τα ημικύκλια ελάσματα, που γίνεται ένα με το χρώμα του ουρανού, περιττό.
Dies irae, Dies illa, τρομπόνια και τούμπες των νεφών, τύμπανα εκκωφαντικά των αστραπών και χρόνος σε χρώμα μολυβί που βρέχει εξίσου. Solvet saeclum in favilla.
Κατεβάζει την ομπρέλα κι αφήνει τη μονοσύλλαβη βροχή να βρέξει όλη την άνυδρη έρημο που απλώνεται μέσα του.
Γιάννης Ευσταθιάδης
ΠΟΡΣΕΛάΝΗ
Διηγήματα για νεκρές φύσεις
ύψιλον/βιβλία
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου